Με τις πρωτοφανείς συνθήκες ακύρωσης κονδυλίων και κυβερνητικής παρέμβασης στα αμερικανικά πανεπιστήμια, που δυσχεραίνει τη λειτουργία τους και σε κάποιες περιπτώσεις την καταργεί, θα υπάρξει ανυπολόγιστο brain drain από τις ΗΠΑ. Μιλάμε πλέον για μια κοσμοϊστορική μεταστροφή.
Εχοντας ανέλθει σε θέση παγκόσμιας ισχύος μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την καταστροφή που επέφερε στην Ευρώπη, οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ επένδυσαν τεράστια κονδύλια του κρατικού προϋπολογισμού για πρώτη φορά στα αμερικανικά πανεπιστήμια, ιδιαίτερα στις φυσικές επιστήμες, τα μαθηματικά, την ιατρική, την τεχνολογία και τη διεθνή πολιτική, απορροφώντας συνάμα τα κορυφαία μυαλά από την Ευρώπη. Το γεγονός αυτό άλλαξε ριζικά τη μορφή των πανεπιστημίων και δημιούργησε τα γνωστά πρότυπα.
Το έκαναν δεύτερη φορά μετά την κατάρρευση του σοβιετικού κόσμου απορροφώντας αμέσως τους κορυφαίους ρώσους φυσικούς επιστήμονες και το συνέχισαν έκτοτε προσελκύοντας και εκπαιδεύοντας τους ευφυέστερους νέους και νέες από οπουδήποτε στην υφήλιο, κυρίως δε τις ασιατικές χώρες, δημιουργώντας το πρώτο και μοναδικό μέχρι στιγμής μοντέλο του λεγόμενου παγκόσμιου πανεπιστημίου.
Μέχρι τώρα, το 2025, η κυβέρνηση Τραμπ με αστραπιαίους ρυθμούς καταστρέφει ό,τι χτίστηκε διεξοδικά σε πάνω από μισόν αιώνα κυριαρχίας. Το γιατί το κάνει είναι μια περίπλοκη ιστορία η οποία χρειάζεται ιδιαίτερη εξήγηση και θα μας απασχολήσει σε άλλο κείμενο προσεχώς. Γεγονός είναι ότι εντελώς ξαφνικά και απροσδόκητα δημιουργείται ένα κενό αέρος, μια έξωθεν δίνη που κινητοποιεί δραστικές συνθήκες φυγής ανυπολόγιστων επιστημονικών και ερευνητικών δυνάμεων.
Πρόκειται για πρωτοφανή συγκυρία brain gain σε παγκόσμια κλίμακα, που αφορά βεβαίως και την Ελλάδα. Οι έλληνες επιστήμονες, όσο και να διαπρέπουν στο εξωτερικό, πάντα νοιάζονται για τη χώρα τους και θα επέστρεφαν αν ήταν σίγουροι ότι δεν θα αντιμετώπιζαν εμπόδια στις επαγγελματικές τους ευθύνες και προσδοκίες. Ομως, για να εκμεταλλευτεί η Ελλάδα – αλλά και η Ευρώπη γενικά – τη σπάνια αυτή συγκυρία πρέπει να κινηθεί άμεσα και δυναμικά.
Οι έλληνες ερευνητές στο μυαλό τους θα μπορούσαν να επιστρέψουν αύριο, πλην όμως οι τομείς εργασίας τους, τα εργαστήριά τους, οι υποδομές έρευνας, δεν μπορεί να εμφανιστούν ως διά μαγείας. Εκεί βρίσκεται το μεγαλύτερο πρόβλημα.
Ενα εργαστήριο στις φυσικές επιστήμες χρειάζεται έναν μίνιμουμ προϋπολογισμό 5 εκατομμυρίων τον χρόνο. Και βέβαια χρειάζεται και προσωπικό – κανείς δεν μπορεί να κάνει έρευνα μόνος του. Και μάλιστα εξειδικευμένο προσωπικό.
Κυρίως όμως χρειάζεται χρόνο. Καμία σοβαρή έρευνα δεν αποδίδει σε 1-2 χρόνια. Χρειάζεται τουλάχιστον ένας ορίζοντας δεκαετίας. Απαιτείται, λοιπόν, σοβαρή επένδυση και σε υποδομές, υλικά, προσωπικό κ.λπ., αλλά κυρίως χρειάζεται επένδυση στον χρόνο. Ο χρόνος είναι ένα εξίσου υλικό αντικείμενο άξιο επένδυσης, όσο ένα ακίνητο ή ένα μηχάνημα. Κι αυτό στην Ελλάδα είναι άγνωστο δυστυχώς. Η επιθυμία άμεσου κέρδους ακυρώνει κάθε σχέδιο, χρεοκοπεί τις δυνατότητες κάθε οράματος.
Χρειάζεται, λοιπόν, μια αλλαγή συμπεριφοράς και αντίληψης των πραγμάτων – όχι μόνο όσον αφορά την Ελλάδα αλλά την Ευρώπη γενικά. Δεν μπορεί, φέρ’ ειπείν, η Ευρωπαϊκή Ενωση, αντιμετωπίζοντας την ολέθρια πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ, να υπολογίζει σε προϋπολογισμό 800 δισεκατομμυρίων για πολεμικούς εξοπλισμούς και 500 εκατομμυρίων για την επιστημονική έρευνα. Χωρίς σοβαρή επιστημονική έρευνα σε θέματα δημόσιας υγείας, τεχνολογίας, αλλά και διεθνούς πολιτικής και πολιτισμού, μια κοινωνία παραμένει ανυπεράσπιστη ενώπιον του μέλλοντος, ό,τι οπλισμούς και να διαθέτει.
Ο κ. Στάθης Γουργουρής είναι καθηγητής Συγκριτικής Λογοτεχνίας και Κοινωνικών Σπουδών στο Columbia University.
https://www.tovima.gr/print/opinions/mia-kosmoistoriki-metastrofi-stis-ipa/